«Το ιδιωτικό χρέος της Ελλάδας παραμένει κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο», ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών κ. Κωστής Χατζηδάκης, παραθέτοντας παράλληλα τα στοιχεία του 2019.
Το έτος αυτό, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, το ιδιωτικό χρέος βρισκόταν στο 68,3%, ενώ τώρα βρίσκεται στο 61%. Για τους οικονομικούς πίνακες, το ποσοστό φαίνεται βελτιωμένο. Δεν είναι όμως έτσι για τους πολίτες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη ζωή τους, την περιουσία τους και την γενικότερη κατάσταση της οικονομίας.
Το 2019 ήμασταν ήδη στο ένατο έτος μνημονιακών πολιτικών, που υποτίθεται ότι θα ρύθμιζαν την οικονομία μας από τα κακώς κείμενα. Βλέποντας όμως από τα ίδια τα νούμερα που παρουσιάστηκαν, το 2019 πάνω από τα δύο τρίτα των δανείων ήταν κόκκινα ως επακόλουθο της οικονομικής αφαίμαξης και της κρίσης που έσπειρε το κράτος στην οικονομία και τους πολίτες. Επομένως, είναι ειρωνικό να καυχιέται ο υπουργός, διότι έχει μερίδιο στην εκτίναξη αυτού του ποσοστού. Είναι και ήταν μέλος κυβερνήσεων και φανατικός υποστηρικτής των μνημονιακών πολιτικών που γέννησαν το μείζον αυτό πρόβλημα. Ακόμη πιο ειρωνικό είναι να καυχιέται ότι τέσσερα χρόνια μετά το 2019, έχει πέσει το ποσοστό αυτό στο 61%. Κάτι που σημαίνει ότι 7,3% είτε έχει χάσει την περιουσία του, είτε υποχρεώθηκε σε νέες συμβάσεις.
Η βελτίωση που αναφέρει ο υπουργός εμφανίζεται μόνο στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών που ξεφορτώνονται τις ατασθαλίες που έκαναν κατά το παρελθόν και καθαρίζουν τους ισολογισμούς τους περνώντας τα δάνεια σε εισπρακτικές εταιρείες. Κάνοντας όμως νέες ατασθαλίες. Το 61% αναμένεται να οδηγηθεί στον ίδιο δρόμο με το 7,3%. Αυτό δείχνει ότι καμία ουσιαστική ανάπτυξη δεν έχει έρθει στη χώρα, και ότι το μοναδικό μέλημα της διοίκησης της είναι να διασώσει τις τράπεζες, εξαναγκάζοντας τους πολίτες να πληρώνουν την τραπεζική πίστη ως να είναι κάτι ιερό, χάνοντας την περιουσία τους. Τα τεκταινόμενα στη χώρα απαιτούν έρευνα από τη δικαιοσύνη, διότι ο πολίτης έχει κουλτούρα πληρωμών. Οικονομική δυνατότητα δεν έχει πλέον, επειδή διέλυσαν και αυτόν και την οικονομία της χώρας. Κατά συνέπεια έχουμε λοιπόν, πρωταρχικά άπλιστες τράπεζες υπό χρεοκοπία. Εν συνεχεία μια κεντρική διοίκηση που σώζει τις τράπεζες χρεοκοπώντας η ίδια, που με τη σειρά της για να σωθεί, βάζει τους πολίτες να χρεοκοπούν πληρώνοντας τα χρέη που αυτή δημιούργησε. Οι κυβερνήσεις μας ήταν κυβερνήσεις τραπεζοσωτηρίας και όχι εθνικής σωτηρίας.
Ουσιαστικό είναι ότι πέρασαν τα κόκκινα δάνεια σε εταιρείες είσπραξης απαιτήσεων με τρόπο σύνομο (εφόσον αυτοί φτιάχνουν τους νόμους) αλλά ανήθικο. Θυσία στο βωμό του μαμμωνά ο Έλληνας πολίτης και η χώρα που την έκαναν χωματερή τοξικών χρεών. Το παράδοξο σε όλο αυτό είναι ότι 13 χρόνια μετά έχουμε ίδια κυβέρνηση, ίδια τακτική, ίδια πολιτική και ίδια επιλογή τραπεζοσωτηρίας από τους πολίτες.
Για να καθαρίσει το τοπίο χρειάζεται σεισάχθεια, έλεγχος ευθυνών του τραπεζικού και πολιτικού κατεστημένου και εθνικοποίηση των τραπεζών, εφόσον το έθνος και η οικονομία του πληρώνει τις ζημιές ως σύνολο. Επομένως το έθνος πρέπει να έχει τη διαχείριση του τραπεζικού αλλά και του πολιτικού συστήματος. Το έθνος πρέπει να σταματήσει να διορίζει αντιπροσώπους που το ζημιώνουν και του στέλνουν τον λογαριασμό, πέρνωντας παράλληλα απαλλαγή από τις ευθύνες τους με επίπλαστες ασυλίες.
Σε ένα κράτος δικαίου δεν γίνεται να υπάρχουν χρεοκοπημένοι πολίτες, αλλά μια σωστή οικονομία που τους δίνει τη δυνατότητα να αναπτυχθούν και να αποπληρώσουν. Σε ένα κράτος δικαίου δεν υπάρχει ανασφάλεια και ρίσκο στην οικονομική του κίνηση και ύπαρξη. Σε ένα κράτος δικαίου δεν υπάρχουν ελίτ και δούλοι. Και σε ένα κράτος δικαίου οι τράπεζες είναι ιδρύματα στην υπηρεσία της πολιτείας και όχι μαγαζιά πώλησης χρήματος.
DimLoup